- ινδανθρένιο
- Οργανική ένωση του τύπου C28H14Ο4N2 (Ν–διυδρο – 1, 2, 2’, 1’ – ανθρακινόνη – αζίνη). Είναι βαθυκύανη σκόνη, πρακτικά αδιάλυτη στο νερό και στους οργανικούς διαλύτες και ανήκει στα χρώματα αναγωγής (χρώματα κάδου) της ανθρακινόνης. Είναι πολύ σταθερή ένωση (μπορεί να θερμανθεί έως τους 470°C, χωρίς τήξη ή διάσπαση) και σχηματίζεται με κατεργασία στους 200-300°C της 2 – αμινοανθρακινόνης με καυστικό νάτριο. Προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για τη βαφή, ανάγεται σε άλας διαλυτό στο νερό, το οποίο, αν εκτεθεί στον αέρα, οξειδώνεται και δίνει ι.
Dictionary of Greek. 2013.